Αρχική

Για τα κάλαντα


Η λέξη κάλαντα προέρχεται από την λατινική «calenda»,(αρχή του μήνα ). Πολλοί πιστεύουν πως το έθιμο αυτό είναι πολύ παλιό και συνδέεται με την Αρχαία Ελλάδα. Υπάρχουν εκτεθειμένα αρχαία γραπτά κείμενα παρόμοια με τα σημερινά κάλαντα. Τα τότε παιδιά έψελναν, κρατώντας ένα ομοίωμα καραβιού, που παρίστανε τον θεό Διόνυσο. Άλλες φορές κρατούσαν κλαδί ελιάς ή δάφνης, δεμένα με κόκκινες και άσπρες κλωστές. Αυτό το έθιμο από τους Ρωμαίους πέρασε στους Βυζαντίους και πιο μετά στην Χριστιανοσύνη. Ήταν τελετουργική πράξη – τα κάλαντα -, στην οποία, σύμφωνα με λαϊκή αντίληψη, αποτέλεσμα ήταν η ευημερία.
Το έθιμο αυτό ζωντανεύει και σήμερα, τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα και σε άλλες γιορτές, με τα παιδιά να γυρνούν από σπίτι σε σπίτι με τα τριγωνάκια τους, τραγουδώντας μελωδικά τραγούδια (κάλαντα) αφιερωμένα στην γέννηση του Χριστού, γυρνούν από σπίτι σε σπίτι. Μετά τις ευχές περιμένουν το ξεχωριστό τους φιλοδώρημα. Παλαιότερα τα νοικοκυριά δεν έδιναν στα παιδιά χρήματα , αλλά διάφορα φαγώσιμα. Επίσης κάποια παιδιά τραγουδούσαν πιο οργανωμένα, με τη συνοδεία διαφόρων οργάνων.
Στη Θράκη υπάρχει ένα ιδιαίτερο έθιμο για την αναγγελία της γέννησης του Χριστού. Η περιοχή αυτή είναι πλούσια σε στίχους, μελωδίες και ρυθμούς. Έτσι σε κάθε περιοχή, τα παιδιά τριγυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι, και απάγγελλαν τα κάλαντα για τους πάντες: το Χριστό, την Παναγία, τον αφέντη, την κυρά του σπιτιού, την ανύπαντρη γυναίκα, την αρραβωνιασμένη, το μοναχογιό και τους νιόπαντρους, ανάλογα το σπίτι. Τα “τρανά” παιδιά (ηλικίας 12-15 ετών), μόνο αγόρια πήγαιναν πρώτα να αναγγείλουν την γέννηση του Χριστού, από τα μεσάνυχτα ως τα ξημερώματα παρέες-παρέες. Τα παιδιά κρατούσαν “τζιομάκες” (βέργες), που δεν έπαιζαν μόνο γιορτινό ρόλο (σύμβολο των ποιμένων), αλλά και προστατευτικό ρόλο για αντεπίθεση κατά των σκυλιών, που τότε ήταν άφθονα σε κάθε χωριό. Στο δρόμο, από το ένα σπίτι στο άλλο τραγουδούσαν.

Σε αρκετά χωριά, τα κάλαντα τα έψελναν μεταμφιεσμένοι με σκοπό να πάει καλά η χρονιά. Με τη συνοδεία γκάιντας, έψελναν διαφορετικά κάλαντα σε κάθε σπίτι, αναλόγως τα μελή της οικογένειας και τα επαγγέλματά τους. Τα έψελναν είτε στην είσοδο του σπιτιού, είτε μέσα στο σπίτι. Καθένα τραγούδι είχε διάφορα παινέματα για τον νοικοκύρη και άλλα για τα άλλα μέλη της οικογένειας. Ύστερα τα κεράσματα και τα φιλέματα (σύκα, καρύδια, αμύγδαλα, ξερά δαμάσκηνα, ξυλοκέρατα, λουκάνικα, λαρδί, κρασί) κυριαρχούσαν. Ένα παιδί κρατώντας ένα φαναράκι, βοηθούσε στο να βλέπουν καθαρότερα, και να μαζεύουν ό, τι είχε πετάξει η νοικοκυρά στην αυλή του σπιτιού. Παράλληλα φώναζαν: “Πουλ'- Πουλ'- Πουλ'”.
Βέβαια, που και που, τύχαινε κάποιος σπαγκοραμμένος νοικοκύρης ή κάποιος άλλος που δεν άνοιγε καν την πόρτα. Τότε " εισέπραττε " τα ανάλογα:
Εσένα πρέπ` αφέντη μου
τουρμπάς κι δεκανίκι
να σι τραβάνε τα σκυλιά
κι πέντι -δέκα λύκοι
Την κόρη σου την όμορφη
βάλτηνα στου ζεμπίλι
κι κρέμασέ την αψηλά
να μην την τρων` οι ψύλλοι
Το ξημέρωμα, μικρότερα παιδιά, ντυμένα, με τον τροβά στον ώμο ή στο χέρι ( για να βάλουν μέσα οτιδήποτε τους δώσουν οι νοικοκυρές ), γύριζαν από σπίτι σε σπίτι, περνούσαν από όλα τα σπίτια, συγγενικά, φιλικά και όλου του χωριού. Κάποιες νοικοκυρές, που δεν ήθελαν να δώσουν το φιλοδώρημα στα χέρια των παιδιών, τα σκορπούσαν στην αυλή του σπιτιού και έτσι τα παιδιά έτρεχαν να τα μαζέψουν. Άλλη μια συνήθεια των γυναικών ήταν να μετρούν πόσα αγόρια και πόσα κορίτσια περνούσαν από το σπίτι τους για τα κάλαντα και έτσι καταλάβαιναν πόσα κοκόρια και πόσες κότες θα έχουν το επόμενο έτος.

ΜΑΡΙΑ ΝΕΜΠΟΥ Α2